Μάνη - Σελίδες ιστορίας

Μάνη - Σελίδες ιστορίας

18,00€

ISBN: 978-618-83587-4-4

σελ. 398

 

Αντί Προλόγου
Γεννήθηκα στην Αθήνα από Μανιάτη πατέρα και Νησιώτισσα μάνα. Αν και Αθηναία, πάντα έλεγα «Είμαι από τη Μάνη». Η ανατροφή μου καθαρά μανιάτικη. Μεγάλωσα με ιστορίες που αφορούσαν τη Μάνη, τη ζωή του πατέρα μου, τη ζωή των προγόνων μου, στον Μέζαπο1.
Αγάπησα αυτή τη γη, προτού να τη γνωρίσω. Τη φανταζόμουν, την έβλεπα στα όνειρά μου, έπαιζα τη βασιλοπούλα του κάστρου της Ωριάς2 με τα παιδιά της γειτονιάς μου. Έτσι, έφτασε η στιγμή, μικρό κορίτσι ακόμα, να γνωρίσω στις καλοκαιρινές μου διακοπές τη Μάνη και τον Μέζαπο. Παιδί της πρωτεύουσας, μεγαλωμένο με ανέσεις, βρέθηκα ξαφνικά σ’ έναν τόπο πρωτόγονο, άγριο, χωρίς φως, χωρίς τρεχούμενο νερό, αλλά υπερβολικά υπέροχο, που μου χάρισε τις πιο όμορφες παιδικές αναμνήσεις. Αναμνήσεις ανεξίτηλες που θα με συντροφεύουν πάντα.
Στον Μέζαπο έμαθα να ζω μανιάτικα. Συντροφιά με τη μικρότερη αδελφή μου, Ελένη, σκαρφαλώναμε στα βράχια, παίζαμε με τα σπουργίτια που έπιαναν τα ξαδέλφια για μας, κρυβόμασταν μέσα στις σπηλιές, στα Σασσαριάνικα χαλάσματα, αλλά και στον μισογκρεμισμένο Πύργο του Νικολού Σάσσαρη, του πειρατή προγόνου μας, προσπαθώντας ν’ ανακαλύψουμε το σεντούκι με τους θησαυρούς του. Αλλά το σεντούκι δεν βρισκόταν…
Στον Μέζαπο έμαθα να τρώω αχινούς, πεταλίδες, καβούρια, χαρούπια, φραγκόσυκα και σύκα, γεύσεις ξεχωριστές, που εκεί τις πρωτογνώρισα. Πώς ακόμα να ξεχάσω εμπειρίες, όπως το ψάρεμα με τα γιορτάρια ή το μάζεμα των καβουριών με τα λαδοφάναρα τις νύχτες; Θυμάμαι τα μπάνια μας στα καταπράσινα νερά του Μεζάπου, τα φανταστικά ηλιοβασιλέματα, τις εξορμήσεις μας στο Τηγάνι3, στη Σπηλιάκα4, στην Παναγιά την Οδηγήτρια5 ή Αγήτρια, συντροφιά με τα μεγαλύτερα ξαδέλφια μας Μίμη, Ηλία και Νίκο Σάσσαρη.
Θυμάμαι το χορό που στηνόταν κάθε βράδυ μπροστά στο σπίτι μας, κάτω από τους ήχους του χειροκίνητου γραμμόφωνου, που είχαν φέρει οι γονείς μου από την Αθήνα.
Στον Μέζαπο πρωτοαντίκρισα τις μαυρομαντηλούσες χήρες, εκεί πρωτάκουσα τα μοιρολόγια, εκεί είδα το θρήνο του νεκρού, στο θάνατο του νονού του πατέρα μου Μιχαλάκη Μιχαλακάκου ή Λισιάκου. Εικόνες που έχουν χαραχτεί έντονα στη μνήμη μου.
Θυμάμαι, όταν ήρθε ο καιρός να φύγουμε για την Αθήνα, έκλαιγα γοερά. Δεν ήθελα να φύγω. «Θα ξανάρθουμε στον τόπο μας, Καιτούλα μου», με παρηγορούσε ο πατέρας μου.
Τότε, για πρώτη φορά, έκανα τη σκέψη να γράψω ένα βιβλίο με τις αναμνήσεις μου και τις εμπειρίες μου από τον Μέζαπο. Και είπα μέσα μου: «Όταν μεγαλώσω και τελειώσω το σχολείο, θα γράψω ένα βιβλίο για την πατρίδα μου, τη Μάνη». Αλλά το σχολείο τελείωσε και το βιβλίο δεν γράφτηκε. Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε, και η μοίρα το έφερε να συναντήσω τον άνδρα της ζωής μου και μελλοντικό μου σύζυγο στην αμαξοστοιχία Αθηνών-Θεσσαλονίκης. Συνταξιδεύαμε τυχαία. Επιστρέφαμε στη Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζαμε, μετά από τις χριστουγεννιάτικες διακοπές στην Αθήνα. Εκείνος φοιτητής Μαθηματικών, εγώ φοιτήτρια της Ιατρικής.
Ήταν ο Χάρης Πατριαρχέας. Αθηναίος και αυτός από Mανιάτη πατέρα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, μου διηγήθηκε γεγονότα και ιστορίες από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Προσήλιο. Έμοιαζαν τόσο με αυτές που είχα ζήσει στον Μέζαπο. Ίδιες συνήθειες, ίδια παιχνίδια, ίδια ήθη και έθιμα. «Η ζωή μας μοιάζει σαν δυο σταγόνες νερό», θυμάμαι ότι μου είπε, και από τότε πέρασαν σαράντα πέντε χρόνια. Όταν αρραβωνιασμένοι, πήγαμε, για πρώτη φορά, στο χωριό του, το Προσήλιο, στη Δυτική Μάνη και είδα με δέος τον πολεμικό πύργο των προγόνων του, τότε για δεύτερη φορά ήρθε στο νου μου ότι έπρεπε να γράψω το βιβλίο μου για τη Μάνη, που αυτή τη φορά εκτός των άλλων, θα συμπεριλάμβανε και την ιστορία της γενιάς του μνηστήρα μου. Μιας ιστορικής γενιάς, για την οποία είχα ακούσει πολλά από δύο επιφανείς θείους του, εκτός φυσικά από τον λόγιο πεθερό μου.
Ήταν ο Παναγιώτης Πατριαρχέας, τακτικός καθηγητής και κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Βασίλειος Πατριαρχέας, φιλόλογος - συγγραφέας, διευθυντής του Αρσακείου και Γενικός Επιθεωρητής της Μέσης Εκπαίδευσης. Αλλά και φίλοι της οικογένειας, όπως ο Γ. Μαραβελέας, ταξίαρχος ε.α. και ιστορικός συγγραφέας, ο Νικόλαος Διακουμέας, αρχιτεχνίτης του κλιμακίου Καλαμάτας της 5ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, καθώς και πολλοί άλλοι μού είχαν διηγηθεί πολλά για την ιστορία της γενιάς των Πατριαρχέων.
Αλλά ούτε τότε μπόρεσα να γράψω το βιβλίο μου. Οικογενειακές και επαγγελματικές υποχρεώσεις δεν άφηναν χρόνο να υλοποιήσω την επιθυμία μου.
Τα χρόνια κύλησαν, σχεδόν μισός αιώνας πέρασε, και έφτασε η στιγμή να εκπληρώσω το παιδικό μου όνειρο. Είναι η τρίτη φορά και δεν παίρνει άλλη αναβολή. Σήμερα όμως, εκτός από την επιθυμία, αισθάνομαι και την υποχρέωση ν’ αφήσω στα παιδιά μου Χριστίνα και Γιώργο μια γραπτή παρακαταθήκη των, όσων έχω ακούσει και έχω διαβάσει για τις ρίζες τους, διότι πιστεύω ότι, χωρίς τη γνώση του παρελθόντος, δεν μπορείς να ατενίσεις το μέλλον. Επίσης, θέλω να το ολοκληρώσω, για να το αφιερώσω στη μνήμη του συζύγου μου, που όλα αυτά τα χρόνια στάθηκε δίπλα μου υπομονετικά, με αγάπη και με βοήθησε με τις γνώσεις του και τα εκατοντάδες βιβλία του στη συγγραφή αυτού του βιβλίου.
Παραλείψεις και πιθανόν λανθασμένες εκτιμήσεις μπορεί να υπάρχουν. Ένα όμως είναι βέβαιο. Μέσα σε αυτές τις γραμμές κατέθεσα την ψυχή μου με ειλικρίνεια. Όσα έγραψα, προέρχονται από τη μελέτη ιστορικών βιβλίων, περιοδικών, εφημερίδων, από τη μελέτη του Αρχείου των Αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, αλλά και οικογενειακών αρχείων που μου άφησαν ο πατέρας μου Νικόλαος Σάσσαρης και ο πεθερός μου Γεώργιος Πατριαρχέας. Πολλά γεγονότα και ιστορίες είναι γραμμένα, όπως έφτασαν στα αυτιά μου, μέσω της αλάνθαστης προφορικής παράδοσης.
Στο βιβλίο αυτό θα διαβάσετε σελίδες από την ιστορία της Μάνης, σελίδες αφιερωμένες στην πατρική μου γενιά, καθώς και στη γενιά του συζύγου μου.
Αικατερίνη Σάσσαρη-Πατριαρχέα